Λούκαρης, Κύριλλος

Λούκαρης, Κύριλλος
(Χάνδακας [σημερινό Ηράκλειο Κρήτης] 1572 – Κωνσταντινούπολη 1638). Πατριάρχης Αλεξανδρείας (1601-20) και Κωνσταντινουπόλεως (πέντε φορές συνολικά, 1620-23, 1623-33, 1633-34, 1634-35, 1637-38). Ξεκίνησε τις σπουδές του στο σχολείο του σιναϊτικού μετοχίου στον Χάνδακα, συνέχισε στη Βενετία (1584-88) κοντά στον σοφό ιεράρχη Μάξιμο Μαργούνιο, ενώ ολοκλήρωσε τον κύκλο της εκπαίδευσής του στο ιταλικό πανεπιστήμιο της Πάντοβα (1589-92). Τα αποτελέσματα των πολυετών σπουδών του ήταν η απόκτηση μιας πλούσιας φιλολογικής, φιλοσοφικής και θεολογικής μόρφωσης. Η πολυκύμαντη και δραματική εκκλησιαστική του σταδιοδρομία ξεκίνησε, αφού επέστρεψε στην Ανατολή και διορίστηκε στη θέση του σύγκελου του πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελέτιου Πηγά, λόγιου ιεράρχη με πανορθόδοξο κύρος, που άσκησε σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των ιδεών του Λ. Από εκείνη τη στιγμή μόνιμος στόχος για τον Λ. υπήρξε ο μετριασμός της προσηλυτιστικής δράσης του καθολικισμού στις ορθόδοξες χώρες της Ανατολής. Ήταν η εποχή που η Καθολική Εκκλησία είχε εξαπολύσει το μεγάλο κίνημα της Αντιμεταρρύθμισης, με σκοπό την αναχαίτιση του προτεσταντισμού και την υποταγή των «απεσχισμένων» από τη Ρώμη Εκκλησιών. Αυτή την περίοδο εστάλη ο Λ. στην Πολωνία (1595), όπου οι πολυάριθμες ορθόδοξες κοινότητες των Ρουθηνών εκβιάζονταν απροκάλυπτα προκειμένου να προσχωρήσουν στον καθολικισμό ή τουλάχιστον στην ουνία (ελληνόρρυθμοι καθολικοί). Μαζί με τον πατριαρχικό έξαρχο Νικηφόρο Παράσχη, ίδρυσε και οργάνωσε τη λειτουργία ελληνορωσικών σχολείων, τυπογραφείων, αδελφότητες και γενικά πυρήνες αντίστασης στην αφομοιωτική πολιτική των Πολωνών. Δεν ήταν δυνατόν όμως να αντιμετωπίσει το σύνολο της κρατικής μηχανής και την παντοδύναμη Καθολική Εκκλησία της Πολωνίας. Μετά τη σκηνοθετημένη σύνοδο του Μπρεστ (1596) η οποία κήρυξε –ερήμην του λαού– την ένωση της ρουθηνικής Εκκλησίας με τη Ρώμη, εξαπολύθηκαν διωγμοί εναντίον εκείνων που επέμεναν στο σχίσμα. Ο Νικηφόρος συνελήφθη και πέθανε σε μια φυλακή από ασιτία, ενώ ο Λ. κατάφερε την ύστατη στιγμή να δραπετεύσει και να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη γεμάτος οργή και πικρία. Μετά από αυτήν την περιπέτεια μετέβη στην Κρήτη για να ξεκουραστεί, αλλά τον επόμενο χρόνο (1599) ο Πηγάς τον έστειλε στη Χίο, όπου οι πρόσφατα εγκατεστημένοι στην περιοχή ιησουίτες σημείωναν μεγάλες επιτυχίες. Το 1600 επέστρεψε στην Πολωνία για να επιδώσει στον βασιλιά Σιγισμούνδο επίσημα γράμματα διαμαρτυρίας των πατριαρχών της Ανατολής και για να προβεί σε συμφωνίες σχετικά με την κοινή αντίσταση ορθοδόξων και πολωνικών προτεσταντικών κοινοτήτων, που επίσης διώκονταν. Δεν μπόρεσε όμως να παρατείνει το διάστημα της παραμονής του εκεί, αφού ζούσε διαρκώς με την απειλή της σύλληψης. Η επιστροφή του στην Αίγυπτο συνοδεύτηκε από την ανακήρυξή του ως πατριάρχη Αλεξανδρείας, θέση που δεν ταίριαζε καθόλου με τον ανήσυχο χαρακτήρα του Λ., αφού το Κάιρο βρισκόταν μακριά από τα πεδία των εξελίξεων. Άλλωστε η μόρφωσή του, η πείρα του και οι διοικητικές του ικανότητες τον είχαν επιβάλει στην κοινή συνείδηση ως εκκλησιαστική προσωπικότητα με πανευρωπαϊκό κύρος. Αλληλογραφούσε για θρησκευτικά και πολιτικά ζητήματα όχι μόνο με ιεράρχες και λογίους της Ανατολής, αλλά και με τον τσάρο της Ρωσίας, τον πατριάρχη Μόσχας, τον βασιλιά της Σουηδίας, τους ηγεμόνες της Βλαχίας, της Μολδαβίας και της Τρανσυλβανίας, τον αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπουρι (Αγγλία) και με επιφανείς Γερμανούς, Ελβετούς και Ολλανδούς καθηγητές και διπλωμάτες. Συχνά τον καλούσαν –ή επενέβαινε και με δική του πρωτοβουλία– για να λύσει διαφορές, να ενισχύσει φίλους, να εναντιωθεί σε αντιπάλους και να αποτρέψει κινδύνους. Τέτοια ζητήματα τον ανάγκασαν να ταξιδέψει στην Κύπρο (1605-6), στα Ιεροσόλυμα (1608), στην Κωνσταντινούπολη (1611-12), στο Άγιον Όρος (1612-13) και στη Μολδοβλαχία (1613-15). Το 1612 διορίστηκε για λίγους μήνες επιτηρητής στον χηρεύοντα πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, στον οποίο λίγα χρόνια αργότερα ανήλθε επίσημα πλέον. Το έργο που καλείτο να διεκπεραιώσει ήταν μεγάλο σε όγκο, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις γινόταν δύσκολο και επικίνδυνο. Η Κωνσταντινούπολη εκείνα τα χρόνια, κατά τα οποία μαινόταν στην Ευρώπη ο Τριακονταετής πόλεμος (1618-48) αποτελούσε πεδίο οξύτατου πολιτικού, θρησκευτικού και οικονομικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις καθολικές (Γαλλία, Αυστρία) και στις προτεσταντικές δυνάμεις (Αγγλία, Ολλανδία). Η επιθετικότητα του Βατικανού απέναντι στην Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία και η δράση των καθολικών μοναχικών ταγμάτων στις ελληνικές περιοχές περιέπλεκαν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Μέσα στον κυκεώνα αυτών των συμφερόντων και των ανταγωνισμών ο Λ., ακόμα και αν ήθελε, δεν μπορούσε να μείνει ουδέτερος. Δεν δίστασε λοιπόν να επιλέξει ως συμμάχους και προστάτες τους πρεσβευτές των προτεσταντικών χωρών στην Κωνσταντινούπολη. Η προτίμηση αυτή δεν υπαγορευόταν μόνο από τις συναισθηματικές αντιδράσεις του Λ. απέναντι στον καθολικισμό, αλλά και από καθαρά ιδεολογικούς λόγους. Από την πυκνή αλληλογραφία που διατηρούσε με εξέχοντες προτεστάντες ηγέτες προκύπτει ότι ο Λ. είχε γίνει αποδέκτης πολλών απόψεων των Διαμαρτυρομένων για καίρια δογματικά ζητήματα. Το 1622 μάλιστα ο Άγγλος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη δεν θεώρησε υπερβολή να γράψει στον αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπουρι ότι «όσο για τον πατριάρχη τον ίδιο, δεν αμφιβάλλω πως στη θρησκευτική του συνείδηση δεν είναι παρά ένας γνήσιος καλβινιστής». Τέτοια πρόκληση ήταν αδύνατο να γίνει αποδεκτή από το Βατικανό, ιδίως μετά τη δημοσίευση της Ομολογίας πίστης (1629), που αποδιδόταν στον Λ. και απηχούσε στο σύνολό της τη διδασκαλία του καλβινισμού. Στα πλαίσια αυτών των εξελίξεων ολόκληρος ο θρησκευτικοπολιτικός μηχανισμός της Καθολικής Εκκλησίας κινητοποιήθηκε για να συντρίψει «τον υιόν του σκότους, τον αθλητήν του Άδου». Βασικοί εκπρόσωποι αυτού του μηχανισμού ήταν οι ιησουίτες και οι Καπουτσίνοι μοναχοί της Κωνσταντινούπολης, οι πρεσβευτές της Γαλλίας και της Αυστρίας Ντε Σεσί και Σμιντ, η νεοσύστατη Προπαγάνδα της πίστης, ο ίδιος ο πάπας Ουρβανός H’ και ακόμα ο Λουδοβίκος ΙΓ’ της Γαλλίας και ο καρδινάλιος Ρισελιέ. Σχεδόν όλα τα μέσα και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν, θεωρήθηκαν θεμιτά, αφού ο σκοπός ήταν ιερός. Τα πιο συνηθισμένα από αυτά ήταν απειλές και εκβιασμοί προς τον ίδιο τον πατριάρχη, δωροδοκίες των οθωμανικών αρχών και των φιλοκαθολικών κληρικών του κύκλου του Κυρίλλου Κονταρή, ενοχοποιητικές πλαστογραφίες κειμένων του Λ., συκοφαντίες στην Πύλη ότι ο πατριάρχης υποκινούσε τους Φλωρεντινούς ή τους Κοζάκους ή τους Ρώσους εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κ.ά. Κάποτε μάλιστα στην αυστριακή πρεσβεία συζητήθηκαν και σχέδια δολοφονίας του Λ. ή απαγωγής του στην Ιταλία και παράδοσής του στην Ιερά Εξέταση. Οι συγκεκριμένες μέθοδοι αποδείχθηκαν τις περισσότερες φορές αποτελεσματικές, αφού μέσα σε δεκαοκτώ χρόνια ο Λ. ανήλθε πέντε φορές στον πατριαρχικό θρόνο και πέντε φορές εκδιώχτηκε (1620-23, 1623-33, 1633-34, 1634-35, 1637-38). Τελικά, πράκτορες του Κονταρή και του αυστριακού πρεσβευτή κατόρθωσαν να αποσπάσουν έγγραφο του μεγάλου βεζίρη της Υψηλής Πύλης για την εξόντωση του πατριάρχη και ο Λ. στραγγαλίστηκε. Ένας σεμνός λόγιος, ο Ευγένιος Γιαννούλης, μαθητής του Κορυδαλέα εκείνα τα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, συνέταξε τότε μια Ασματική Ακολουθία, στην οποία εγκωμίαζε τον Λ. ως νεομάρτυρα. Το πολιτιστικό έργο του Λ. θα οδηγούσε ίσως σε μια πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού, αν αναπτυσσόταν ομαλά και δεν καταπνιγόταν από τις αντιδράσεις που προκάλεσαν οι ιδέες και η προσωπικότητα του εμπνευστή του. Άλλωστε, και μόνο το γεγονός της ανάρρησης στον πατριαρχικό θρόνο, για πρώτη φορά μετά την Άλωση, ενός κληρικού με πανεπιστημιακή μόρφωση και σπουδές στη Δύση, συνιστούσε σημαντικό άλμα για εκείνη την εποχή. Γρήγορα σχηματίστηκε γύρω του ένας κύκλος λογίων με αντίστοιχες τάσεις και φανερή πνευματική συγγένεια, αποτελούμενος από προσωπικότητες όπως οι Θεόφιλος Κορυδαλεύς, Ευγένιος Γιαννούλης, Νικόδημος Μεταξάς, Θεοφάνης Ιεροσολύμων, Μάξιμος Καλλιπολίτης κ.ά. Κοινό χαρακτηριστικό όλων ήταν η πίστη τους στην παιδεία, όχι βέβαια ακόμα ως αυτοτελή αξία, αλλά πάντως ως κύρια οδό για την ηθική αναγέννηση του ανθρώπου, για την κατανόηση της ουσίας του χριστιανισμού και για την άνοδο της πνευματικής στάθμης του Γένους. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η ίδρυση σχολείων, η εγκατάσταση τυπογραφείου, η έκδοση εκλαϊκευμένων βιβλίων, η μετάφραση της Αγίας Γραφής και η χρήση της δημοτικής γλώσσας. Στο σύνολό τους, τα μέσα και οι σκοποί αυτού του κινήματος θυμίζουν το πρόγραμμα του χριστιανικού ουμανισμού της Δύσης. Οι πρωτοβουλίες του Λ. στον πολιτιστικό τομέα εκδηλώθηκαν ήδη από τα χρόνια της δράσης του στην Πολωνία, ενώ στον ελληνικό χώρο το όνομά του συνδέθηκε κυρίως με την ανασύσταση και την αναδιοργάνωση της Πατριαρχικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης, η οποία στα χρόνια του Λ., με τη διεύθυνση του φίλου του Κορυδαλέα, ανήλθε στο επίπεδο μιας εξαιρετικής ακαδημίας. Στόχος του Λ. ήταν να συνδυάσει παράλληλα με την ανασύσταση της σχολής την εγκατάσταση ενός ελληνικού τυπογραφείου στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι το 1627 ένας μαθητής του Κορυδαλέα, ο Νικόδημος Μεταξάς, πείστηκε από τον Λ. να μεταφέρει τις τυπογραφικές του εγκαταστάσεις από το Λονδίνο στην Κωνσταντινούπολη. Στο τυπογραφείο αυτό όμως δεν πρόφτασε να τυπωθεί παρά μόνο ένα βιβλίο, γιατί οι συκοφαντίες των εχθρών του Λ. –ότι δήθεν ο Μεταξάς ήταν πράκτορας ξένης δύναμης και ότι το πιεστήριο ήταν στην πραγματικότητα χυτήριο όπλων– προκάλεσαν την κατάσχεση και κατά ένα μέρος την καταστροφή του τυπογραφείου από τους Τούρκους. Μετά από αυτά τα γεγονότα έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, ως εφημέριος της εκεί ολλανδικής πρεσβείας, ο Αντώνιος Λέζε, ο οποίος συνδέθηκε στενά με τον Λ. και προσφέρθηκε να μεσολαβήσει σε τυπογράφους της Γενεύης για να μη διακοπεί το εκδοτικό πρόγραμμα του πατριάρχη. Καρπός αυτής της συνεργασίας ήταν η έκδοση της πρώτης νεοελληνικής μετάφρασης της Καινής Διαθήκης, που είχε εκπονήσει ο φίλος του Λ., Μάξιμος Καλλιπολίτης. Εκδόθηκε το 1638 με έναν πρόλογο του Λ., στον οποίο εξηγούσε γιατί προτιμήθηκε η δημοτική γλώσσα. Τα πρώτα αντίτυπα που έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων εκ μέρους των συντηρητικών κληρικών, γεγονός που προκάλεσε την καταδίκη της μετάφρασης. Σαράντα χρόνια αργότερα, ωστόσο, σύμφωνα με μαρτυρίες του Άγγλου πρόξενου στη Σμύρνη, η Καινή Διαθήκη διαβαζόταν στη χυδαία γλώσσα σε πολλές ελληνικές κοινότητες. Το συγγραφικό έργο του Λ. δεν είναι μεγάλο, αφού οι περιστάσεις τον υποχρέωναν να αγωνίζεται αδιάκοπα και να παράγει έργο σε πρακτικό επίπεδο. Εκτός από τρεις-τέσσερις θεολογικές πραγματείες του (μία τύπωσε ο Μεταξάς στην Κωνσταντινούπολη το 1627) σώζεται ένας Διάλογος του Λ. που στηλιτεύει σε έντονο τόνο την προσηλυτιστική δράση των ιησουιτών στην Κωνσταντινούπολη. Πολύ ενδιαφέρουσες από ιστορικής, γλωσσικής και λογοτεχνικής πλευράς είναι οι ανέκδοτες ακόμα Διδαχές του (πάνω από 200), ορισμένες στην ιταλική γλώσσα, οι περισσότερες όμως στη νεοελληνική δημοτική. «Σημείον αντιλεγόμενον» αποτελεί η Ομολογία πίστης, που κυκλοφόρησε με το όνομα του Λ. το 1629 στα λατινικά και επανεκδόθηκε τον ίδιο χρόνο σε γαλλική ή αγγλική μετάφραση επί έξι συνεχείς φορές. Το 1633 κυκλοφόρησε και μία ελληνική έκδοση βασισμένη σε αυτόγραφο κείμενο του Λ. Η αμφισβήτηση της γνησιότητας αυτού του κειμένου, ιδίως εκ μέρους ορθόδοξων θεολόγων, ξεκίνησε στα χρόνια του Λ. και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τις αμφιβολίες ενισχύει το γεγονός ότι ο Λ., αν και απέφυγε να αποκηρύξει απερίφραστα την Ομολογία που του αποδιδόταν, ποτέ δεν ομολόγησε ρητά ότι είναι δική του. Ωστόσο το αυτόγραφο κείμενό του βρίσκεται πάντα στη δημοτική βιβλιοθήκη της Γενεύης. Πολύ ενδιαφέρουσες είναι και οι πολυάριθμες επιστολές του Λ. (σε ιδιώτες, αλλά και σε επίσημα πρόσωπα), αφού αποτελούν πηγή άντλησης πληροφοριών όχι μόνο για τη βιογραφία του, αλλά και για την ιστορία της ταραγμένης εποχής του. Ο Κύριλλος Λούκαρης, Πατριάρχης Κων/πόλεως (1620-38, με διακοπές) από την Κρήτη, λόγιος και συγγραφέας με έντονη εκκλησιαστική δραστηριότητα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Κύριλλος — I Όνομα τριών αρχιεπισκόπων Κύπρου. 1. Κ. Α’ (; – 1854). Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (1849 54), διάδοχος του Ιωαννίκιου. Ήταν συνετός, αλλά άτολμος ιεράρχης, ίσως επειδή φοβόταν μήπως επαναληφθούν στην Κύπρο οι σφαγές του 1821. Στα χρόνια του αυξήθηκε η …   Dictionary of Greek

  • Kyrillos I. — Kyrillos Loukaris Kyrillos Loukaris (griechisch Κύριλλος Λούκαρις (Λούκαρης), auch Cyrill Lucaris, Cyrille Lucar; * 1572 in Heraklion; † 27. Juni 1638 am Bosporus) war ein griechischer Theologe, der sich der Bewegung der Reformation anschloss. Er …   Deutsch Wikipedia

  • Kyrillos Loukaris — (griechisch Κύριλλος Λούκαρις (Λούκαρης), auch Cyrill Lucaris, Cyrille Lucar; * 1572 in Heraklion; † 27. Juni 1638 am Bosporus) war ein griechischer Theologe, der sich der Bewegung der Reformation anschloss. Er übte als Kyrillos …   Deutsch Wikipedia

  • Loukaris — Kyrillos Loukaris Kyrillos Loukaris (griechisch Κύριλλος Λούκαρις (Λούκαρης), auch Cyrill Lucaris, Cyrille Lucar; * 1572 in Heraklion; † 27. Juni 1638 am Bosporus) war ein griechischer Theologe, der sich der Bewegung der Reformation anschloss. Er …   Deutsch Wikipedia

  • Ираклион — Город Ираклион Ηράκλειο …   Википедия

  • Μουράτ — Όνομα πέντε σουλτάνων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. 1. Μ. A’ (; – 1389). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1360 89). Εγγονός του Οσμάν, ιδρυτή του οθωμανικού κράτους, διαδέχτηκε τον πατέρα του Ορχάν. Άρχισε τις κατακτητικές εκστρατείες των… …   Dictionary of Greek

  • Συρίγος, Μελέτιος — Ιεροκήρυκας και συγγραφέας (Χάνδακας Κρήτης 1586 Κωνσταντινούπολη 1664). Μαθητής του Μελέτιου Βλαστού στο σιναϊτικό μετόχι του Χάνδακα (Ηρακλείου) και του Θεόφιλου Κορυδαλλέα στη Βενετία (γύρω στα 1610), σπουδαστής της ιατρικής στο πανεπιστήμιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”